- ενδοθηλιακός ιστός ή ενδοθήλιο
- Μονοκυτταρική στιβάδα που επενδύει την εσωτερική επιφάνεια της καρδιάς, των αγγείων, του αίματος και της λέμφου και αποτελεί το τοίχωμα των τριχοειδών. Τα ενδοθηλιακά κύτταρα είναι πλακώδη και τοποθετημένα μεταξύ τους έτσι ώστε να εφαρμόζουν όπως οι ψηφίδες ενός μωσαϊκού. Εξαιτίας της φαγοκυτταρικής ιδιότητας των κυττάρων αυτών, πολλοί μελετητές συμπεριλαμβάνουν αυτό τον ιστό στο δικτυοενδοθηλιακό σύστημα· οι περισσότεροι, όμως, σύγχρονοι ερευνητές περιορίζουν αυτή τη συμμετοχή στο ενδοθήλιο ορισμένων αγγειακών περιοχών (τριχοειδή του ήπατος, του σπλήνα, της υπόφυσης κ.ά.).
Ενδοθηλιακός ιστός αρτηρίας.
Dictionary of Greek. 2013.